3.3.13

Κωνσταντίνος Καβάφης - Απιστία

ΑΠΙΣΤΙΑ

Πολλ ρα μήρου παινοντες, λλ τοτο
οκ παινεσόμεθα... οδ Ασχύλου, ταν φ
Θέτις τν πόλλω ν τος ατς γάμοις δοντα

            «
νδατείσθαι τς ἑὰς επαιδίας,
      νόσων τ' πείρους κα μακραίωνας βίους.
      Ξύμπαντα τ' επν θεοφιλες μς τύχας
      παιν' πευφήμησεν, εθυμν μέ.
      Καγ τ Φοίβου θεον ψευδς στόμα
      λπιζον εναι, μαντικ βρύον τέχνη:
      δ', ατς μνων,………………..
      ....... ατός στιν κτανν
      τν παδα τν μόν».
             Πλάτων, Πολιτείας, Β’

Σὰν πάντρευαν τὴν Θέτιδα μὲ τὸν Πηλέα
σηκώθηκε ὁ Ἀπόλλων στὸ λαμπρὸ τραπέζι
τοῦ γάμου, καὶ μακάρισε τοὺς νεονύμφους
γιὰ τὸν βλαστὸ ποῦ θάβγαινε ἀπ' τὴν ἕνωσι των.
Εἶπε· Ποτὲ αὐτὸν ἀρρώστια δὲν θαγγίξει
καὶ θάχει μακρυνὴ ζωή. -Αὐτὰ σὰν εἶπε, ἡ Θέτις
χάρηκε πολύ, γιατί τὰ λόγια
τοῦ Ἀπόλλωνος πού γνώριζε ἀπὸ προφητεῖες
τὴν φάνηκαν ἐγγύησις γιὰ τὸ παιδί της.
Κι ὅταν μεγάλωνεν ὁ Ἀχιλλεύς, καὶ ἦταν
τῆς Θεσσαλίας ἔπαινος ἡ ἐμορφιά του,
ἡ Θέτις τοῦ θεοῦ τὰ λόγια ἐνθυμοῦνταν.
Ἀλλὰ μιὰ μέρα ἦλθαν γέροι μὲ εἰδήσεις,
κ' εἶπαν τὸν σκοτωμὸ τοῦ Ἀχιλλέως στὴν Τροία.
Κ' ἡ Θέτις ξέσχιζε τὰ πορφυρά της ροῦχα,
κ' ἔβγαζεν ἀπὸ πάνω της καὶ ξεπετοῦσε
στὸ χῶμα τὰ βραχιόλια καὶ τὰ δαχτυλίδια.
Καὶ μὲς στὸν ὀδυρμό της τὰ παληὰ θυμήθη·
καὶ ρώτησε τί ἔκαμνε ὁ σοφὸς Ἀπόλλων,
ποῦ γύριζεν ὁ ποιητὴς πού στὰ τραπέζια
ἔξοχα ὁμιλεῖ, ποῦ γύριζε ὁ προφήτης
ὅταν τὸν υἱό της σκότωναν στὰ πρῶτα νειάτα.
Κ' οἱ γέροι τὴν ἀπήντησαν πώς ὁ Ἀπόλλων
αὐτὸς ὁ ἴδιος ἐκατέβηκε στὴν Τροία,
καὶ μὲ τοὺς Τρώας σκότωσε τὸν Ἀχιλλέα.

No comments: