Το'χαμε προσέξει εμείς, μια νύχτα που δεν ξέραμε διόλου πού να πάμε. Καιγόταν πάντα κάποιο χωριό κατά κανόνι μεριά. Δεν πλησιάζαμε πολύ, όχι πάρα πολύ, το κοιτάζαμε μόνο από αρκετά μακριά το χωριό, σαν θεατές ας πούμε, από καμιά δεκαριά δωδεκαριά χιλιόμετρα για παράδειγμα. Και μετά, κάθε βράδυ, την ίδια περίπου εποχή, κάμποσα χωριά βάλθηκαν να λαμπαδιάζουν στον ορίζοντα, ξανά και ξανά, μας ζώναν σαν τον μεγάλο κύκλο ενός αλλόκοτου πανηγυριού όλων μαζί των χωριών που καίγονταν μπροστά σου και στα πλάγια, με φλόγες που ανέβαιναν και γλείφανε τα σύννεφα.
Τα βλέπαμε όλα να χώνονται στις φλόγες, τις εκκλησίες, τους αχυρώνες, τον ένα μετά τον άλλο, τις θημωνιές που βγάζανε φλόγες πιο ζωηρές, πιο ψηλές απ'όλα τα άλλα, κι έπειτα τα δοκάρια που υψώνονταν ολόρθα στη νύχτα με φλόγινα γένια, προτού σωριαστούν μες στο φως.
Φαίνεται καθαρά πώς καίγεται ένα χωριό, ακόμα κι από είκοσι μίλια μακριά. Είναι χαρούμενο θέαμα. Ένα τοσοδά χωριουδάκι που τη μέρα ούτε το'παιρνες χαμπάρι, στο βάθος μιας άσχημης μικρής εξοχής, ε λοιπόν, δεν φαντάζεσαι, τη νύχτα, όταν καίγεται, τι εντύπωση του κάνει! Θαρρείς η Παναγία των Παρισίων! Μια νύχτα ολόκληρη παίρνει για να καεί ένα χωριό, ακόμα και μικρό, στο τέλος θαρρείς ένα τεράστιο λουλούδι, έπειρα μόνο ένα μπουμπούκι, έπειτα τίποτα.
Καπνίζει, και τότε είναι πρωί.
εκδόσεις Εστία, σελίδα 42
Μεγάλη λογοτεχνία. Ο πόλεμος δεν είναι η μόνη κατάρα της ανθρώπινης ύπαρξης. Αντισημίτης, φιλοναζί ο Σελίν, αλλά πόσο λίγοι έχουν ποτέ γράψει σαν κι αυτόν;
No comments:
Post a Comment