Μου είπε πως τελειώσαμε και τρόμαξε το φως μου,
ο έρωτας με κοίταξε λες κι ήτανε εχθρός μου,
εχθρός μου που νικήθηκε,
μου είπε πως τελειώσαμε και πήγα να πεθάνω,
στα πόδια της γονάτισα, τι άλλο είχα να κάνω,
τα σ’ αγαπώ μου, όλα τ’ αρνήθηκε.
Και πίνω πάλι αντιστεναχώρια
να φύγω απ’ το δικό της ουρανό,
γιατί αν θα σταθώ στα δυο μου πόδια
θα βλέπω για πισίνα τον γκρεμό.( χ2 )
Με πόνεσε που έφυγε, με ρήμαξε τ’ αντίο,
γιατί το ηλιοβασίλεμα που κόπηκε στα δύο,
στα μάτια της γεννήθηκε.
Και πίνω πάλι αντιστεναχώρια
να φύγω απ’ το δικό της ουρανό,
γιατί αν θα σταθώ στα δυο μου πόδια
θα βλέπω για πισίνα τον γκρεμό.( χ4 )
Και ο Θέμης όμως, φωνή λαμπάδα. Λάμπει ο άτιμος. Πολύ μεγάλος. Τα βάζει με τα δαιμόνια του και ακόμα αντέχει. Έλληνας, η πορεία στον χρόνο που λέγαμε. "Μ' άδεια μπουκάλια", ΤΟ ΑΣΜΑ: όπου ο στίχος ξεπερνάει κάθε όριο - λογοτεχνία, τραγούδι, ποίηση, ρεπορτάζ, όλα μπλέκουν σε μιαν εικόνα. Ευτυχής στιγμή στην πορεία της ελληνικής δισκογραφίας, μεγάλη θέση στις καρδιές μας.
Λάθος ξεκίνημα, που λες, λάθος και η πορεία,
στην άμμο έχτιζες εσύ κι εγώ με κιμωλία
θα σ’ αγαπώ μου έγραφα στα τζάμια τα σπασμένα
είμαστε τώρα και οι δυο μι’ ανάσα πριν το τέρμα.
Μ’ άδεια μπουκάλια με κερνάς και μεθυσμένη λιώμα
κι εγώ σπασμένος κουμπαράς χωρίς ψυχή και σώμα,
αποτοξίνωση,
μ’ άδεια μπουκάλια με κερνάς και πίνεις στην υγειά μας,
την τελευταία μαχαιριά ρίχνεις στα όνειρά μας,
αποκαθήλωση.
Λάθος ξεκίνημα, που λες, λάθος προϋποθέσεις,
δυο δρόμοι αντίθετοι μαζί, μι’ αρρωστημένη σχέση
και φτάσαν’ οι διαφορές στα όρια του αστείου,
να μοιάζουν καθημερινές εκρήξεις ηφαιστείου.
Μ’ άδεια μπουκάλια με κερνάς και μεθυσμένη λιώμα
κι εγώ σπασμένος κουμπαράς χωρίς ψυχή και σώμα,
αποτοξίνωση,
μ’ άδεια μπουκάλια με κερνάς και πίνεις στην υγειά μας,
την τελευταία μαχαιριά ρίχνεις στα όνειρά μας,
αποκαθήλωση.
Μ’ άδεια μπουκάλια με κερνάς και πίνεις στην υγειά μας,
την τελευταία μαχαιριά ρίχνεις στα όνειρά μας,
αποκαθήλωση.
No comments:
Post a Comment